προτιμία

προτιμία
ἡ, Α [πρότιμος]
προτίμηση ή εξαιρετική τιμή στην απονομή τιμητικής εκδήλωσης («εἰς τὸ θεῑον προτιμία», επιγρ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προτιμίαν — προτιμίᾱν , προτιμία preferring in honour fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοπροτιμία — ἡ, Α φιλοπρωτεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + προτιμία (< πρότιμος «άξιος περισσότερης τιμής από κάποιον άλλο»)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”